Παρελθόν πλέον αποτελεί το 2010, η χειρότερη ίσως χρονιά της μεταπολιτευτικής Ελλάδας. Είναι όμως έτσι τα πράγματα; Ήταν το 2010 η χειρότερη μας χρονιά ή μήπως τα χειρότερα έρχονται; Με αυτό το φόβο και μέσα σε αυτό το κλίμα της αβεβαιότητας γιόρτασαν σχεδόν όλοι οι Έλληνες την έλευση του νέου έτους. Οι εκτιμήσεις πάντως των πολιτικών και οικονομικών παραγόντων της χώρας δεν αφήνουν και πολλά περιθώρια για αισιόδοξες σκέψεις. Τα σύννεφα των απολύσεων, των ακόμα πιο σκληρών μέτρων και της επιπλέον υποβάθμισης του επιπέδου ζωής μας εξακολουθούν να υπάρχουν και μάλιστα γίνονται μέρα με τη μέρα όλο και πιο έντονα.
Όλοι μας ευχηθήκαμε τις μέρες αυτές σε φίλους και συγγενείς χρόνια πολλά και καλή χρονιά, αλλά ήταν η πρώτη φορά που οι ευχές μας αυτές είχαν έναν καθαρά τυπικό χαρακτήρα. Μέσα μας ξέραμε πως ό,τι και να ευχηθούμε εμείς, η πραγματικότητα δεν αλλάζει με ευχές. Από την άλλη, βέβαια, το να σκύψουμε το κεφάλι και να δεχτούμε έτσι απλά τη μοίρα μας δεν μπορεί να είναι η λύση. Από τη φύση μας ως λαός είμαστε αισιόδοξοι, βλέπουμε μπροστά κι αυτό ίσως να μας γεμίσει για ένα διάστημα τις μπαταρίες ώστε να αντέξουμε και τα χειρότερα.
Μια αντοχή βέβαια που έχει και όρια και εμείς οι Έλληνες βρισκόμαστε ένα μόλις βήμα πριν τα ξεπεράσουμε. Δεν είναι τυχαίο ότι για πρώτη ίσως φορά και όχι άδικα, ακόμα και μέσα στην ίδια την κυβέρνηση υπάρχει ο φόβος να σπάσει η κοινωνική συνοχή. Προσωπικά πιστεύω πως το 2011, εκτός από μια πολύ δύσκολη χρονιά για το λαό, θα είναι και ένα έτος γεμάτο κοινωνικές αναταράξεις. Ο κόσμος αρχίζει να χάνει τον έλεγχο, δεν έχει άλλες δυνάμεις για να αντέξει την πολιτική αυτή της κυβέρνησης κι αυτό σύντομα θα μετατραπεί σε διαμαρτυρία και μάλιστα με τρόπο πρωτόγνωρο για την πατρίδα μας.
Αυτή η πορεία μας ως χώρα από το «λεφτά υπάρχουν» μέχρι και το «μαζί τα φάγαμε» έχει εξαντλήσει κάθε περιθώριο υπομονής και ανοχής από τη μεριά του λαού. Πολίτες και πολιτικοί, λοιπόν, δε θα πρέπει να εκπλαγούν με τίποτα από αυτά που θα δουν να συμβαίνουν στη χώρα μας τους επόμενους μήνες. Όλα θα είναι μια απολύτως φυσιολογική αντίδραση ενός λαού που αιώνες τώρα αποδεικνύει ότι δεν αντέχει την υποταγή στις ξένες δυνάμεις, δε διαπραγματεύεται την αξιοπρέπειά του με κανένα μηχανισμό στήριξης και κανένα μνημόνιο. Αυτοί είμαστε εμείς οι Έλληνες, άνθρωποι που δε σκύβουμε εύκολα το κεφάλι κι αν μέχρι τώρα ανεχτήκαμε τα κυβερνητικά μέτρα, το κάναμε όχι από αδυναμία να αντιδράσουμε αλλά από αγάπη για την πατρίδα μας, για να μην την δούμε να χρεοκοπεί, έστω κι αν γι’ αυτό έχουμε το μικρότερο μερίδιο ευθύνης.
Αυτή μας η αγάπη όμως δεν πρόκειται σε καμία περίπτωση να επιτρέψουμε να γίνει αντικείμενο εκμετάλλευσης από τους κυβερνώντες, είτε αυτοί είναι πράσινοι είτε γαλάζιοι. Ας το καταλάβουν επιτέλους αυτό κι ας προσαρμόσουν ανάλογα την πολιτική τους. Ο λαός ήδη έκανε πολλές θυσίες, καιρός τώρα να κάνουν κάτι παρόμοιο και οι πολιτικοί. Δε λέω ότι μέχρι τώρα λειτουργούσαν όλα σωστά στο ελληνικό κράτος κι ότι δε χρειάζονται ριζικές αλλαγές σε ορισμένους τομείς. Κάθε άλλο, αλλαγές στον τρόπο λειτουργίας μας ως κράτος όχι απλά πρέπει να γίνουν αλλά έπρεπε να είχαν γίνει εδώ και χρόνια. Δε γίνεται όμως οι αλλαγές αυτές να αφορούν πάντα το λαό. Μην ξεχνάμε ότι τον τρόπο λειτουργίας της δημόσιας διοίκησης δεν τον καθόριζε ποτέ ο λαός, άλλοι αποφάσιζαν για τα πάντα.
Ήρθε λοιπόν ο καιρός, όλοι εκείνοι που μας έφτασαν ένα βήμα πριν τον γκρεμό, να αναλάβουν έμπρακτα τις ευθύνες τους. Όχι άλλα μέτρα, όχι άλλοι φόροι, όχι άλλες θυσίες, φτάνει πια, η κατάσταση έχει φτάσει στο απροχώρητο. Οι δυνάμεις μας στέρεψαν, το κουράγιο μας εξαντλήθηκε. Δε θα πληρώσουμε εμείς την κρίση που δημιούργησαν άλλοι, ήδη έχουμε κάνει πολλά, αλλά ως εδώ ήταν. Τώρα έφτασε η ώρα να δουν και την άλλη όψη του νομίσματος, να δουν έναν Έλληνα ανυπότακτο, έναν Έλληνα που δεν είναι διατεθειμένος να χάσει όλα όσα οι πρόγονοί του απέκτησαν ακόμα και με το αίμα τους.
Οπως προκύπτει άλλωστε από τη μεγάλη πρωτοχρονιάτικη έρευνα της Κάπα Research για «Το Βήμα της Κυριακής», στο κλείσιμο του 2010 και στην αυγή του 2011 ο ελληνικός λαός κυριαρχείται από αισθήματα φόβου, ανασφάλειας, αμφισβήτησης, οργής αλλά και μεγάλης σύγχυσης για το τι πρέπει να γίνει. Από τα ευρήματα της έρευνας φαίνεται ως τώρα να επικρατούν τα αισθήματα του φόβου και της ανασφάλειας έναντι εκείνων της οργής και της συγκρουσιακής αμφισβήτησης, τα οποία όμως δεν είναι αμελητέα. Σχεδόν οι μισοί δηλώνουν πρόθυμοι να απεργήσουν και να διαδηλώσουν και ένα σημαντικό ποσοστό των ερωτωμένων πάνω από 30% υπερασπίζεται τις καταλήψεις δημόσιων
κτιρίων και εργοστασίων, πάνω από 20% επικροτεί το κλείσιμο των δρόμων και την παρεμπόδιση της κυκλοφορίας, ενώ ένα 14% αναγνωρίζει τη βία ως μέσο έκφρασης και διεκδίκησης και ένα 10% ανέχεται ακόμη και την πρόκληση ζημιών σε κτίρια και καταστήματα. Ωστόσο απέναντι στις σκληρές επιλογές στέκεται μια πλειονότητα υπομονετική. Η ανάμνηση των καλών ημερών παραμένει ισχυρή και διατηρεί, άγνωστο για πόσο, την ανοχή της κοινωνίας σε υψηλά επίπεδα.
Ανασφάλεια λοιπόν και φόβος αλλά και θυμός, πολύς θυμός ο οποίος προς το παρόν ελέγχεται, είναι τα αισθήματα που κυριαρχούν στην ελληνική κοινωνία. Και δίπλα σε αυτά η έλλειψη εμπιστοσύνης στο πολιτικό σύστημα το οποίο φαντάζει χρεοκοπημένο. Καταστάσεις που σίγουρα κρατούν αναμμένο το φυτίλι της κοινωνικής έκρηξης. Το ζητούμενο είναι εάν θα μπορέσει η κυβέρνηση να αποτρέψει την ανάφλεξη η οποία, εάν συμβεί, τότε το ενδεχόμενο της χρεοκοπίας θα φαντάζει αμελητέο μπροστά στα όσα θα πυροδοτηθούν.