Ήταν το 1973 όταν το τανκ των συνταγματαρχών έριχνε την πόρτα του Πολυτεχνείου μη γνωρίζοντας πως την ίδια στιγμή έριχνε και την πόρτα της χούντας που είχαν επιβάλλει στην χώρα.
Τις ημέρες του Νοέμβρη του 73 η Αθήνα φλέγονταν από την μια άκρη μέχρι την άλλη, καθημερινές διαδηλώσεις, οδοφράγματα και άγριο κυνηγητό από την αστυνομία, σταματούσαν τα τρόλεϊ και λεωφορεία και ξυλοκοπούσαν τον κόσμο χωρίς λόγο και αιτία, οι αναμετρήσεις μεταξύ φοιτητών αλλά και οικοδόμων με τις αρχές ασφαλείας ήταν σε καθημερινή βάση, σε διάφορα σημεία των Αθηνών αλλά και σε άλλες πόλεις της Ελλάδας. Τα συνθήματα “Κάτω η χούντα” και “Ελευθερία” ήταν στην πρώτη γραμμή, το κίνημα της αντίστασης φούντωνε-μεγάλωνε ήταν φανερό ότι τίποτε δεν μπορούσε να το σταματήσει. Στις 14 Νοέμβρη, οι διαδηλώσεις έχουν καλύψει όλα τα σημεία της Αθήνας με επίκεντρο τον χώρο του πολυτεχνείου, κυνηγημένοι φοιτητές μπαίνουν στο Πολυτεχνείο. Μαζί τους και χιλιάδες άλλοι οικοδόμοι, εργάτες, υπάλληλοι και απλοί Αθηναίοι, οι οποίοι κατέβηκαν από όλες της συνοικίες προς συμπαράσταση των εγκλωβισμένων φοιτητών. Στο άκουσμα ότι φοιτητές του Πολυτεχνείου έχουν εγκλωβιστεί στο Πολυτεχνείο, σύσσωμοι οι φοιτητές της Νομικής κατεβαίνουν και αυτοί στο Πολυτεχνείο. Έτσι άρχισε η κατάληψη του πολυτεχνείου η οποία έμελλε να είναι και η “αρχή του Τέλους” της χούντας. Τα γεγονότα της 17ης Νοέμβρη περιγράφει με τον πιο γλαφυρό τρόπο ο Τέλης Σαρρηκώστας που ήταν ο μοναδικός φωτορεπόρτερ, που βρέθηκε τη νύχτα της 17ης Νοεμβρίου, στο Πολυτεχνείο και απαθανάτισε την εισβολή του τανκς.
Η εισβολή του τανκ στο Πολυτεχνείο γράφει ήταν τόσο ξαφνική που με έπιασε και εμένα εξαπίνης. Δεν περίμενα να εισβάλει. Αντιθέτως, όταν γύρισε την κάννη του κανονιού προς τα πίσω και κάνοντας όπισθεν πηγαίνοντας στο απέναντι πεζοδρόμιο, νόμιζα ότι πήρε εντολή για να αποχωρήσει από το σημείο. Αυτός όμως είχε πάρει εντολή για να χτυπήσει και να μπει στο Πολυτεχνείο και αυτό έκανε με όση δύναμη διέθετε το τανκ, πέφτοντας πάνω στην κύρια είσοδο και στα παιδιά που ήταν κρεμασμένα πάνω στα κάγκελα της κεντρικής πύλης. Πρόλαβα και τράβηξα τρία καρέ, τρεις φωτογραφίες, απ’ την εισβολή του τανκ στο Πολυτεχνείο και στη συνέχεια, αφού απέφυγα τα χτυπήματα, με μακριά κοντάρια τριών αστυνομικών, τρέχοντας ζιγκ – ζαγκ, γιατί πίστευα ότι θα με πυροβολούσαν, έφυγα προς την οδό Ακαδημίας, φτάνοντας στο γραφείο μου, σώζοντας το πολύτιμο υλικό. Λίγες ώρες αργότερα γύρισα και πάλι στο Πολυτεχνείο, μπήκα μέσα είδα την στραπατσαρισμένη Μερσεντές που λίγες ώρες πριν είχαν λιώσει οι ερπύστριες του τανκ. Οι φωνές και τα ουρλιαχτά των λαβωμένων φοιτητών ήταν ακόμη ζωντανά μέσα στα αυτιά μου, αυτή τη φορά είδα πυροσβέστες με τις μάνικες στα χέρια να προσπαθούν να πλύνουν τους λεκέδες από τα αίματα, να ξεπλύνουν την ντροπή τους. Η ενέργεια αυτή του τανκ μπορεί να γκρέμισε την πύλη του πολυτεχνείου, δεν μπόρεσε όμως να γκρεμίσει τη θέληση της συντριπτικής πλειονότητας του Ελληνισμού να βάλει τέλος στην καταπίεση, να διώξει τη χούντα.