Θετικά υποδέχθηκαν σε γενικές γραμμές, οι επαγγελματίες, έμποροι και μικροβιοτέχνες, τις εξαγγελίες της κυβέρνησης, βάσει των οποίων ο κατώτατος μισθός θα αυξηθεί στα 650 ευρώ ενώ κατ’ αρχήν θετικά βλέπει την αύξηση η ΓΣΕΕ που ζητά ωστόσο επαναφοτά του κατώτατου μισθού στα 751 ευρώ.
Ελπιδοφόρα χαρακτήρισε την αύξηση του κατώτατου και του υποκατώτατου μισθού ο πρόεδρος της Ελληνικής Συνομοσπονδίας Εμπορίου και Επιχειρηματικότητας, Γιώργος Καρανίκας, ενώ πρόσθεσε ότι η συνομοσπονδία υποδέχεται “θετικά την αύξηση του κατώτατου μισθού”.
“Η ελπίδα μας είναι πως θα βοηθήσει την αγορά” σημείωσε ο κ.Καρανίκας, επισημαίνοντας ότι οι καλύτεροι πελάτες μας είναι οι εργαζόμενοι μας”.
ΓΣΕΕ: Θετική μεν η αύξηση ωστόσο χρησιμοποιείται ως φύλλο συκής για μη αποδοχή του αιτήματος για επαναφορά στα 751 ευρω
Από την πλευρά της η ΓΣΕΕ θεωρεί «επί της αρχής, ότι η αύξηση του κατώτατου μισθού είναι επιβεβλημένη και κινείται σε θετική κατεύθυνση» τονίζει ωστόσο πως «η αύξηση του κατώτατου μισθού που ανακοινώθηκε, χρησιμοποιείται ως φύλλο συκής για τη μη αποδοχή του κυρίαρχου αιτήματος της ΓΣΕΕ, για άμεση επαναφορά του κατώτατου μισθού στα 751 ευρώ, χωρίς διακρίσεις και με ταυτόχρονη νομοθέτηση της αποκατάστασης του καθορισμού του κατώτατου μισθού και ημερομισθίου, για όλους τους εργαζόμενους από την Εθνική Γενική Συλλογική Σύμβαση Εργασίας.
Η ΓΣΕΒΕΕ σε ανακοίνωσή της δηλώνει ότι είχε ταχθεί υπέρ της αύξησης του κατώτατου μισθού λαμβάνοντας υπόψη τις ανάγκες της κοινωνίας, των επιχειρήσεων και της εισόδου της ελληνικής οικονομίας σε ένα νέο κύκλο ανόδου, είχε ωστόσο επισημάνει, όπως προσθέτει, ότι μία αύξηση του κατώτατου μισθού χωρίς την λήψη άλλων ελαφρυντικών μέτρων για μισθωτούς και επιχειρήσεις, δεν θα έχει τα προσδοκώμενα αποτελέσματα. “Στο πλαίσιο αυτό”, αναφέρει στη συνέχεια η ΓΣΕΒΕΕ, “η εξαγγελία του πρωθυπουργού για αύξηση του κατώτατου μισθού στα 650 ευρώ θα πρέπει να συνοδευτεί με πρωτοβουλίες προς δυο κύριες κατευθύνσεις: τη διεύρυνση του αφορολογήτου ποσού για τους μισθωτούς έτσι ώστε το διαθέσιμο εισόδημα τους να ανταποκρίνεται σε αυτή την αύξηση και τη μείωση του μη μισθολογικού κόστους, όπως για παράδειγμα η άμεση κατάργηση της επιπλέον εισφοράς 1% επί των ασφαλιστικών εισφορών.