Γράφει ο Δημήτρης Γκαγκαλίδης
Οι κοπέλες ήταν στις εκκλησίες. Στόλιζαν και βοηθούσαν στον Επιτάφιο. Έφερναν λουλούδια από αυλές και προσφορές. Συλλογική η προσπάθεια. Όλη η γειτονιά στο πόδι. Να φτιάξουμε όμορφο τον Επιτάφιο. Να λένε όλοι για μας. Ήταν όμως κι ευκαιρία για ξενύχτι. Για “νόμιμη διανυκτέρευση” μετά τα μεσάνυχτα.
– Μην ανησυχείτε, θα είμαστε στην εκκλησία !
Κι ήξεραν τα κορίτσια ότι τα αγόρια θα είναι απ’ έξω. Εκεί στο απέναντι πεζοδρόμιο. Να ρίχνουν κλεφτές ματιές κι ερωτικές! Μουσική δεν ακούγονταν πουθενά. Ντροπή ! Μόνο κάποιο κλασσικό κομμάτι, έσπαζε την σιωπή. Και Νηστεία. Μεγάλη κι αυστηρή. Να νιώσεις στο πετσί σου το Θείο δράμα. Το τι υπέφερε ο Χριστός. Και την άλλη μέρα, Μ Παρασκευή, με το βιβλιαράκι και πίσω απ’ τον Επιτάφιο. “Ω γλυκύ μου έαρ…” και να δείξουμε το ωραίο στόλισμα. Της Ενορίας μας, της γειτονιάς μας.
Που και που κάποια λίγα βαρελότα. Και καψούλες, που έσκαζαν πότε δυνατά και πότε σαν…τζούφιες. Κι η καμπάνα χτυπούσε πένθιμα. Αντηχούσε σε δρόμους και γειτονιές. Κι όλοι έσκυβαν το κεφάλι, συμμετέχοντας. Τα φώτα έκλειναν, στο πέρασμα Του. Μ’ ένα κερί στην εξώπορτα. Και κάνοντας τον Σταυρό τους. Λυπημένος ο κόσμος. Αναμένοντας την Ανάσταση. Ένα Σάββατο που πράγματι ήταν Μεγάλο και φωτεινό. Ήταν αληθινή Λαμπρή. Γέμιζαν τα χωράφια και τα γρασίδια έξω απ’ την Ξάνθη. Στα Κιμμέρια, στην Παναγία Καλαμού, στις πλαγιές του Γέρακα και του Λυκοδρόμιου.
Κι ο κόσμος γιόρταζε. Την ζωή, την Ανάσταση. Και ξόρκιζε τον θάνατο…..”θανάτο πατήσας…! Και Χριστός Ανέστη παντού….